Αναγνώστες

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

''ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ ΚΑΙΡΟΙ''



Λυπάμαι για την άμμο κάτω από τον ήλιο. 
Για τα παλάτια και τα δάκρυα. 

Δεν μπορώ με ευκολία το κεφάλι 
να γυρίσω από τον παλιό τον κόσμο. 

Πώς να φύγεις τόσο εύκολα από το σπίτι; 
Ακόμα κι όταν το αναγνωρίζεις πλέον μόνο από τις ρωγμές του...!! 

Οι μέρες όμως, που την ανάσα κρατάμε 
με μανία στα στήθη, έγιναν μήνες. 
Και δεν αναπνέουμε. 

Οι μήνες έγιναν χρόνια. 
Και δεν αναπνέουμε. 
Ούτε ίχνος από Αχ...!!

Την κρατάμε εκεί φυλακισμένη,
κολυμπώντας κάτω από τα βαλτωμένα νερά μας. 

Κάποιοι όμως σταθήκαμε για μια στιγμή αιωνιότητας,
και σηκώσαμε το κεφάλι ψηλά. 

Κοιτάξαμε πάνω, προς τους αφρούς, 
και τη φλόγα της αιώνιας ερώτησης αναγνωρίσαμε. 

Ίσως, να μη γνωριστήκαμε ποτέ.
Ίσως, χέρι με χέρι να μην πιαστήκαμε. 

Μα οι καρδιές που απ' το σπίτι φεύγουν, 
αναζητούν η μία την άλλη.

Βρίσκονται, εύχομαι, εκεί που θα μπορούν πλέον να ανασαίνουν ελεύθερες, κλαίγοντας...!!!

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

''Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΛΟΦΟ''


Τα μάτια με τα βλέφαρα τα βαριά άνοιξε
και τη γυναίκα ψηλά στο λόφο είδε.

Θύελλες να θερίζει και κεραυνούς να τιθασεύει.

Τα μαλλιά της μαύρα σαν την κοιλιά της γης,
και τα χέρια της άσπρα με τυφώνες βραχιόλια.

Δεν ήθελε να τη δει.

Μα πώς να γίνει αυτό;

Πώς μπορείς να κρυφτείς στους αιώνες από τον εαυτό σου;

‘’ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ’'


Πρόσεχε τι Ποιείς Ποιητή.

Πρόσεχε στην άκρη της σκέψης σου τι βάζεις.

Γιατί ό,τι γράφεις στο μυαλό θα είναι να συμβεί.

Πρόσεχε για μέλλον τι κοιτάζεις.

Με προσοχή διάλεξε την ευχή σου ποιητή, χωρίς βιασύνες.

Ο χρόνος το σοφό έχει μόνο φίλο.

Πριν στο χαρτί σου γράψεις τη ζωή, σε κάποια μέρα από εκείνες,
σκέψου αν αξίζει τελικά της δημιουργίας σου τον ήλιο.

Είπε ο γέρος της ερήμου,
μιλώντας στο σαστισμένο του υλοποιού το βλέμμα,
και στη σκόνη χάθηκε.

Και ήταν αυτή η πρώτη μαγική στιγμή, μέσα στο χρόνο,
που ο άνθρωπος της γης γύρισε το βλέμμα
κι από την άλλη τη μεριά,
και για περισσότερη ώρα στάθηκε...!!!

'ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ'


Δύσκολο για Έρωτες πια να μιλάω .

Οι λέξεις κολλάνε κάπου ανάμεσα στο μυαλό και το χέρι
Και, σαν δεμένες σε κατάρτια, αρνούνται να δραπετεύσουν.

Κάποτε, θυμάσαι, ξυπνούσαμε,
Και, με τον καφέ να μυρίζει Κυριακή,
σκάρωνα όνειρα με φτερά στο χαρτί και γελούσες.

Προσπαθώ ακόμα να κοιτάξω στo πρόσωπο
αυτό το πλάσμα με τις χρυσές σπίθες στα χέρια.

Σου τ’ ορκίζομαι, μη με κοιτάς έτσι.
Προσπαθώ, μα την πλάτη μου γυρίζει θυμωμένα.

Δεν είναι ότι δεν θέλω να μιλάω πια γι’ αυτά
κι ότι της ψυχής μου τη φύση θέλω να αρνηθώ και παρακάτω να πάω.

Δεν είναι πως μεγάλωσα πια αρκετά
και σε χαζά σκιρτήματα δεν θέλω να κοιτάω.

Είναι, ότι τις λέξεις της αγάπης τις θέρισε ο τρόμος ,
σαν την περόνη σου πέταξες και άκουσαν τη βουή που κάνει το Αντίο.

Και ξέρεις, αναρωτιέμαι από τότε...
Πόσες φορές αντέχει μια Σμύρνη να καεί;

'ΠΟΡΤΡΕΤΟ'


Σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία μέσα θα'θελα να περπατάω.

Να φοράω μαύρη καμπαρντίνα και μαύρη ομπρέλα να κρατάω.

Στο άσπρο, κρύο τοπίο ανάμεσα αργά να προχωράω.
Πατώντας φύλλα, μυρίζοντας ξύλα.

Ταξιδιώτης μέσα στο υγρό του Χειμώνα.
Χωρίς αποσκευές, χωρίς θέλω, χωρίς πριν.

Αναζητητής της θείας Ζωής.

Σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία μέσα θα μπορούσα να περπατάω.

Γυμνά δέντρα εδώ κι εκεί να αντικρύζω.
Την απόκοσμη ομορφιά τους να ζυγίζω.

Κλαδιά γυμνά να ζωγραφίζουν με μαύρο τον πίνακα του δρομου,
και μόνος εγώ, δίχως περαστικό, δίχως χνώτο ξένο εμπρός μου.

Κανένα σημάδι ζωής αρρωστημένης να χαλάσει τη δίνη αυτού του κόσμου.

Μόνο κίτρινα χλωμά φανάρια να μαρτυρούν πως κάποιος,
πως κάτι υπήρξε κάποτε παλιά εδώ.Φανάρια του δρόμου.

Μοναχικός ταξιδιώτης μιας φωτογραφίας εγώ, μιας φαντασίας.

Μοναχικός περιπλανώμενος στην ομίχλη μιας ζωής διαλεγμένης.
Μιας ζωής σε λευκό καμβά ζωγραφισμένης.

Ερημίτης μοναχικός, να ζωγραφίζω με χέρια γυμνά το επόμενο στενό μου.

Μοναχικός...
και μόνος!!!

''ΤΗ ΓΗ ΑΠ'ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΝΑ ΧΑΣΩ''


Και να που τώρα πρέπει να μάθω να ζω, σε καμμένη γη ν'αναπνέω.
Ποτάμι ήρεμο να κυλώ, να μάθω πώς είναι να παραπαίω.
Έτoiμος να'μαι τη γη απ' τα πόδια μου να χάσω,
ατσάλι ρευστό που το σχήμα πρέπει να φτιάξω.

Είναι που πρέπει τα μάτια ν'ανοίξεις, ενώ με μανία θες ξανά να τα κλείσεις.
Εκεί, στη γωνιά του ονείρου να μείνεις.
Παιδί ξεχασμένο, παιδί απ'το χάος της γης τρομαγμένο.

Και να που στην πράξη τα λόγια δεν μένουν.
Που αντέχω με γρανίτη τα μάτια να μου πλένουν.
Κι ενώ θα μπορούσα στο ίσως να μείνω,
πολεμώ Θεέ, κι ότι έχω στην ψυχή πάντα δίνω.

Από μένα έξω βγαίνω, κι αυτή τη φορά καταλαβαίνω,
πώς είναι ελεύθερος να είσαι μαχητής.
κι όλα στη ζωή τα περιμένω.

Δε φοβάμαι πια ρε φίλε να πετάξω.
Μόνο έτσι τον Παράδεισο θα φτάσω.
Δεν φοβάμαι πια της πράξης την ευθύνη.
Ρίξε ζάρια και δες μετά τι θ'απομείνει...!!!

'ΜΑΣΚΑ'


Φόρεσε τη μάσκα που του κάλυπτε όλο του το πρόσωπο και βγήκε στο δρόμο.

Κάθε μέρα και μια μάσκα.

Κάθε μέρα και ένα κουστούμι δυνατό.

Κι αυτό μόνο τις καλές τις μέρες του.

Έκρυβε κάθε σπιθαμή του χωρίς λεπτό να το αρνηθεί.

'Δεν είναι ότι δεν είμαι ειλικρινής.
Απλά απεχθάνομαι αυτό που πραγματικότητα ονομάζεται’
Έλεγε...!!!

''ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΖΩΗΣ''


Μυρίζεις τη βροχή και λαχταράς να βγεις έξω.

Στο χώμα το βρεγμένο.
Πάνω στο λόφο.
Κάτω από τα σύννεφα που χρώμα έχουν αλλάξει.

Μα ποτέ δεν έχεις βγει ξυπόλυτη στη βροχή.
Ποτέ δεν έχεις μουσκέψει μέχρι το κόκαλο.

Μόνο κάτι σταγόνες που και που στα τεντωμένα χέρια που παρακαλάνε για λίγη δροσιά.

Ποιός σου είπε όμως ότι είναι αργά;

Έξω κάθε μέρα βρέχει ζωή...!!!

''ΔΥΝΑΜΗ ΣΙΩΠΗΣ''


Μπροστά στη χρυσή πύλη με σταθερή παλάμη στέκει.

Με περήφανο μανδύα και ταπεινό.

Ο άνεμος σύμμαχός της.
Και η πέτρα.
Και φίλη η φωτιά.

Είναι η στιγμή που οι γραμμές των κόσμων χορεύουν με τις καταιγίδες.

Είναι η στιγμή που την κάρτα του τρελού κάνει τέχνη κοσμική…!!!!!!

''Η ΚΑΠΟΙΑ ΜΕΡΑ''


Το πέταγμα στον πλανήτη σου ζητώ ξανά.
Nα ξανά προσφέρω την ψυχή μου στο μαγικό σου έλατο.

Ερωτευμένος με ένα όνειρο, ερωτευμένος με μια Νεφέλη.

'Να βρίσκεσαι εδώ, στο τώρα. Aλλιώς τα φτερά σου δεν θα μπορείς να βλέπεις', είπες.

Και ξανά έδωσες τη μαγική εντολή,
χαρίζοντας μου δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.
Τη δεύτερη φορά μου να επιλέξω Άγγελε.

Μα εγώ τα φτερά μου πάλι απαρνήθηκα.
Ανάξιος μαθητής, ανάξιος ταξιδευτής.

Τη γήινη ζωή μου μην πληγώσω φοβήθηκα.
Μα τη λάμψη σου δεν ξεχνώ,μήτε τη θυσία σου.

Τα δώρα σου στη χούφτα μου μέσα κρατώ, να μου θυμίζουν την κάποια μέρα...!!!